- αιματοπότης
- Επιστημονική ονομασία γένους διπτέρων εντόμων της οικογένειας των ταβανιδών, γνωστό κυρίως ως ντάβανοςαλογόμυγα (αρχ. οίστρος). Είναι καστανόφαιο έντομο, με κοκκινοπράσινα μάτια, που ζει στο βόρειο ημισφαίριο και προσβάλλει ζώα και ανθρώπους, ιδίως όταν ο καιρός είναι θυελλώδης. Ο α. τρυπά το δέρμα και απομυζά το αίμα των ξενιστών του. Γνωστότερα είδη είναι: ο α. ο υέτιος, μήκους 2 εκ., που αποτελεί πραγματική μάστιγα για τα βοοειδή και ιπποειδή το καλοκαίρι, ο α. ο ευρύστερνος, που προσβάλλει τα βοοειδή, και οι α. του γαϊδάρου, του χοίρου και των βοδιών.
* * *ο (Μ αἱματοπότης) (Α αιματοπώτης, θηλ. AM -πῶτις)αυτός που πίνει, που ρουφά αίμανεοελλ.1. σκληρός, αιμοβόρος2. ενοχλητική μύγα που τρυπά το δέρμα βοδιών και αλόγων και απομυζά το αίμα τους (κν. ντάβανος, ή στεγόμυγα).
Dictionary of Greek. 2013.